καίω, πρτ.: έκαιγα, στ.μέλλ.: θα κάψω, αόρ.: έκαψα, παθ.φωνή: καίγομαι, π.αόρ.: κάηκα, μτχ.π.π.: καμένος. προκαλώ με φλόγα την καύση ενός αντικειμένου ή ... |
ΚΑΙΩ I burn, Active, Passive. Singular, Plural, Singular, Plural. I N D I C A T I V E, Pres ent, καίω, καίμε, καίγομαι, καιγόμαστε. καις, καίτε, καίγεσαι ... |
Αόριστος. Οριστική έκαψα, έκαψες, έκαψε, κάψαμε, κάψατε, έκαψαν (ή κάψανε) ... Ενεστώτας: καίω, καις, καίει – καίμε, καίτε, καίν(ε) Παρατατικός: έκαιγα ... |
Αόριστος: έκαψα. Μετοχή: καμένος. Λέξη προς μετάφραση: Δείτε επίσης τις λέξεις ... Στο τζάκι μας καίμε ξύλα. Σχετικές λέξεις: καυτός καύσιμο έγκαυμα ... |
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «καίω & κάω» Ενεστώτας. Οριστική καίω, καίεις, καίει, καίομεν, καίετε, καίουσι(ν) Υποτακτική καίω, καίῃς, καίῃ, ... |
(στον αόριστο) για σύντομη επαφή με φλόγα που προκάλεσε πόνο; καταστρέφομαι. ⮡ εδώ ο κόσμος καίγεται κι αυτός το χαβά του. για υψηλό πυρετό. ≈ συνώνυμα: καίω ... |
Με κλικ στην αριστερή στήλη της κλίσης βλέπετε τον χρόνο που θέλετε εάν γράψατε κάποιο ρήμα, ή γένος και βαθμό εάν γράψατε κάποιο επίθετο. Μπορείτε να πατήσετε ... |
29 дек. 2023 г. · Παθητικός Αόριστος. Οριστική ἐκαύθην, ἐκαύθης, ἐκαύθη, ἐκαύθημεν, ἐκαύθητε, ἐκαύθησαν. Υποτακτική καυθῶ, καυθῇς, καυθῇ, καυθῶμεν, καυθῆτε, καυθ ... |
ΑΟΡΙΣΤΟΣ. ΜΕΤΟΧΗ. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ακουμπάω ακούμπησα. ακουμπισμένος αμφιβάλλω αμφέβαλα αναβάλλω ανέβαλα αναβλήθηκα αναγγέλλω ανάγγειλα ... |
... καιει χρονικη αντικατασταση. καίει εγκλιτική αντικατάσταση. καιει εγκλιτικη ... αόριστος, παρακείμενος, Υποτακτική, ενεστώτας, αόριστος, παρακείμενος ... |
Novbeti > |
Axtarisha Qayit Anarim.Az Anarim.Az Sayt Rehberliyi ile Elaqe Saytdan Istifade Qaydalari Anarim.Az 2004-2023 |