κουρασμένοσ - Axtarish в Google
Μετοχή. επεξεργασία. κουρασμένος, -η, -ο. που έχει κουραστεί, που νιώθει κούραση; ( ...
Κύριες μεταφράσεις. Αγγλικά, Ελληνικά. tired adj, (needing sleep), κουρασμένος μτχ πρκ. The tired child fell asleep on the way home.
What does κουρασμένος (kourasménos) mean in Greek? ; βεβαρυμένος, ανιαρός ; wearied adjective ; κουρασμένος ; washed-out adjective ; ξεθωριασμένος.
Γιατί νιώθω συνέχεια κουρασμένος;. Εάν δεν κοιμάστε καλά το βράδυ, δουλεύετε με εξαντλητικούς ρυθμούς ή βρίσκεστε κάτω από έντονη πίεση και στρες, τότε δεν ...
10 сент. 2021 г. · #1 Δοκίμασε ένα ήπιο πρόγραμμα γυμναστικής. Ναι, ακούγεται οξύμωρο! Όταν νιώθεις κουρασμένος, η π είναι το τελευταίο πράγμα που έχεις όρεξη να ...
Participle. edit. κουρασμένος • (kourasménos) m (feminine κουρασμένη, neuter κουρασμένο). tired, worn out. Είμαι κουρασμένος, κατάκοπος από την πολλή δουλειά.
μασταν πολύ καλοί καθώς ήμασταν κουρασμένοι από το τρίτο συνεχόμενο παιχνίδ… Εμφάνιση λέξης. κουρασμένος (26) [κουρασμένος - A:Nms] ... Τόσο κουρασμένος είμαι".
9 сент. 2022 г. · Πολλοί παράγοντες μπορεί να σε κάνουν να αισθάνεσαι κουρασμένος, όπως το επίπεδο άγχους, η αφυδάτωση, η διατροφή σου, ακόμη και να μην είσαι ...
Δυσκολία ή αδυναμία έναρξης κάποιας δραστηριότητας (υποκειμενικό αίσθημα αδυναμίας). Μειωμένη δυνατότητα για διατήρηση της δραστηριότητας (εύκολη κόπωση).
κουρασμέν|ος <-η, -ο> [kurazˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ. κουρασμένος. müde. Παραδειγματικές φράσεις με κουρασμένος. κουρασμένος. müde. Θέλετε να μεταφράσετε μια πρόταση; ...
Novbeti >

Ростовская обл. -  - 
Axtarisha Qayit
Anarim.Az


Anarim.Az

Sayt Rehberliyi ile Elaqe

Saytdan Istifade Qaydalari

Anarim.Az 2004-2023