περναω αοριστοσ - Axtarish в Google
α' ενικ. περνάω - περνώ, περνούσα - πέρναγα, θα περνάω - περνώ, να περνάω - περνώ, περνώντας. β' ενικ. περνάς, περνούσες - πέρναγες, θα περνάς ... Ξεπερνάω · Διαπερνάω · Περνάω - Wiktionary, the free... · Καλοπερνάω
ΑΟΡΙΣΤΟΣ. Οριστική. πέρασα; πέρασες; πέρασε; περάσαμε; περάσατε; πέρασαν. Υποτακτική. νά περάσω; νά περάσεις; νά περάσει; νά περάσουμε; νά περάσετε; νά περάσουν ...
E, Pres ent, περνάω, περνώ, περνάμε, περνούμε, περνιέμαι, περνιόμαστε. περνάς, περνάτε, περνιέσαι, περνιέστε, περνιόσαστε. περνάει, περνά, περνάν(ε), ...
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ – Präsens ; περνάω περνάς περνάει περνάμε περνάτε περνάνε, να περνάω να περνάς να περνάει να περνάμε να περνάτε να περνάνε, πέρνα περνάτε
Αόριστος, Συνοπτ. Μέλλ. Υποτακτική, Προστακτική, Απαρέμφατο. α' ενικ. πήρα, θα πάρω, να πάρω, πάρει. β' ενικ. πήρες, θα πάρεις, να πάρεις, πάρε. γ' ενικ. πήρε ...
περναω ελληνικα. περναω κλιση. περνάω ελληνικά. περνάω κλίση. περνάω ... αόριστος, παρακείμενος, υπερσυντέλικος, συντελεσμένος μέλλοντας, εξακολουθητικός ...
Ενεστώτας. Αόριστος. Παίρνω το μολύβι για να γράψω. Πήρε το μωρό στην αγκαλιά της. Πήρε την ομπρέλα του κι έφυγε. Πήρε ένα μπισκότο από το πιάτο.
ΑΟΡΙΣΤΟΣ. Οριστική. πήρα; πήρες; πήρε; πήραμε; πήρατε; πήραν. Υποτακτική. νά πάρω; νά πάρεις; νά πάρει; νά πάρουμε; νά πάρετε; νά πάρουν. Προστακτική. πάρε ...
20 нояб. 2023 г. · Το ρήμα παίρνω σημαίνει ότι αποκτώ κάτι, το λαμβάνω, το πιάνω, το κατέχω. Περνώ. περνώ < αρχαία ελληνική περάω-περῶ (μέλλ. περάσω) < πέρας < ...
ΑΟΡΙΣΤΟΣ. ΜΕΤΟΧΗ. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ακουμπάω ακούμπησα ... περνάω πέρασα περάστηκα. περασμένος πετάω πέταξα πετάχτηκα πετα(γ)μένος πετυχαίνω.
Novbeti >

Ростовская обл. -  - 
Axtarisha Qayit
Anarim.Az


Anarim.Az

Sayt Rehberliyi ile Elaqe

Saytdan Istifade Qaydalari

Anarim.Az 2004-2023